- Μαιμάκτου
- Μαιμάκτηςboisterousmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
MAEMACTES — Graece Μαιμάκτης: Sic enim Iuppiter Athenis dictus est, quasi furiosus et turbulentus; a verbo μαιμάσσειν vel μαιμάζειν, quod inter cetera strepere est, turbari, tumultuari. Suidas, Μαιμάζει, σφύζει, προθυμε̑ι, κυματοῦται, πηδᾷ, καχλάζει,… … Hofmann J. Lexicon universale
Μαιμακτήρια — Μαιμακτήρια, τὰ (Α) [Μαιμάκτης] 1. εορτή στην Αθήνα που τελούνταν προς τιμήν τού Διός Μαιμάκτου 2. φθινοπωρινή εορτή στη Θάσο … Dictionary of Greek
Μαιμακτηριών — Ο πέμπτος μήνας του αρχαίου αθηναϊκού ημερολόγιου, που αντιστοιχούσε στο σημερινό διάστημα από τα μέσα Οκτωβρίου έως τα μέσα Νοεμβρίου. Ο Αρποκρατίων υποστηρίζει ότι ο μήνας αυτός πήρε την ονομασία του από τον Μαιμάκτη Δία, δηλαδή τον ενθουσιώδη… … Dictionary of Greek